"Happiness consists in realizing it's all a great strange dream"

2 Δεκεμβρίου 2016

Ανώνυμα Γράμματα #3



Από τη ζωή ενός ανθρώπου περνούν χιλιάδες, δεκάδες χιλιάδες άλλοι άνθρωποι. Συγγενείς, φίλοι- φίλοι που μένουν ή φίλοι που γίνονται σε λίγο πρώην φίλοι, γνωστοί που παραλίγο να γίνουν φίλοι, φίλοι που έγιναν εχθροί, γνωστοί που έγιναν άγνωστοι με τον καιρό, άγνωστοι που παρέμειναν άγνωστοι. Πολλοί άνθρωποι, καθένας με το όνομά του, το περπάτημά του, τους τρόπους του, το βλέμμα του. Πολλοί άνθρωποι. Πολλά ονόματα. Πολλές συναντήσεις και πολλοί αποχωρισμοί. Αναμνήσεις όμορφες, άσχημες, καταστάσεις που με τον καιρό ξεθωριάζουν, άλλες που ξαναζωντανεύουν. 

Νομίζω ότι δε μπορούμε ποτέ να διαλέξουμε κανέναν άνθρωπο ή καμιά κατάσταση, κι ας λένε ότι διαλέγουμε τους φίλους μας. Μη με νομίσεις για μοιρολάτρη. Δεν το λέω με αυτήν την έννοια. 

 Έχουν περάσει κι από τη δική σου ζωή χιλιάδες άνθρωποι. Κάποιοι σαν κομπάρσοι: δεν έχουν παίξει ποτέ ως τώρα κάποιο σημαντικό ρόλο. Κάποιοι ως πρωταγωνιστές: τους έχεις δώσει ιδιαίτερη σημασία και ρόλους που άλλοι καταφέρνουν να παίξουν καλά, κι άλλοι όχι και τόσο καλά. Κάποιοι σου ζητάνε ρόλο, αλλά εσύ δεν θέλεις να τους δώσεις. Σε κάποιους δίνεις ρόλους που εκείνοι από την αρχή αρνούνται. Αλλά κι εσύ ταυτόχρονα παίζεις ή αρνείσαι ρόλους στη ζωή τους. Παίζεις καλά τους ρόλους που σου δίνουν ή αποτυγχάνεις εντελώς. 

Είναι τόσο περίπλοκα τα πράγματα με τους ρόλους. Ειδικά αν σκεφτείς αυτό που σου έλεγα παραπάνω, ότι νομίζω πως στ' αλήθεια δε μπορούμε να διαλέξουμε τους ανθρώπους.  Άρα ούτε τους ρόλους τους. Κι αν όντως όλο αυτό το έργο με τις ανθρώπινες σχέσεις είναι αδύνατο να το γράψουμε εμείς, τότε ποιος είναι ο ρόλος του καθενός στη δική του ζωή; Να κάθεται να παρατηρεί και να δέχεται παθητικά ό,τι συμβαίνει; Και μετά πέθανες. Όχι, όχι, δε μπορεί να ήρθαμε εδώ για να χαζολογάμε παθητικά. Αλλά και τι άλλο μπορείς να κάνεις όταν τίποτε δεν εξαρτάται από εσένα κι ούτε από κανέναν άλλο; 

Να ζεις και να καταλαβαίνεις. Σιγά σιγά να καταλαβαίνεις. Κι ό,τι επαναλαμβάνεται συνεχώς, να το αγνοείς: ότι ήταν να μάθεις πια από αυτό, το έμαθες. Για παράδειγμα,
πόσοι άνθρωποι απαιτούν την προσοχή μας συνεχώς. Άλλοι γκρινιάζοντας, άλλοι ζητώντας ασφάλεια, άλλοι φωνάζοντας, άλλοι συκοφαντώντας, άλλοι “αγαπώντας”. Οκ, υπάρχουν. Αλλά πλέον ξέρεις πού σε οδηγεί όταν τους δίνεις την προσοχή που απαιτούν: θέλουν συνέχεια κι άλλη. Αλλά εσύ πρέπει να προχωρήσεις. Ό,τι ήταν να μάθεις από αυτούς, το έμαθες. Το ζητούμενο για μένα είναι να ελευθερωθούμε από όλες αυτές τις επαναλαμβανόμενες καταστάσεις. Να πάψουμε να βρίσκουμε άλλοθι σε αυτές. 

Όσον αφορά εμένα, θέλω να μάθω την ελευθερία. Η ελευθερία υποψιάζομαι πως ουδεμία σχέση έχει με τις επιθυμίες. Ως εκ τούτου, φράσεις όπως “είμαι ελεύθερος να πάω όπου θέλω”, “είμαι ελεύθερος να πάω με όποια γουστάρω”, “είμαι ελεύθερος να κάνω ό,τι μου αρέσει” φτάνουν στ' αυτιά μου σαν κακόγουστα αστεία. Όλα αυτά σκλαβιά είναι, όχι ελευθερία. Οι επιθυμίες οι ίδιες είναι μια τεράστια φυλακή. Όσο τεράστια είναι κι η φυλακή των φόβων. 

Από επιθυμία ή από φόβο αν κινηθώ, νικήθηκα

Άραγε εσύ θέλεις να μάθεις την ελευθερία;



1 Δεκεμβρίου 2016

Ανώνυμα Γράμματα #1


Ξυπνάς ένα πρωί κι αποφασίζεις να γράψεις ένα γράμμα. Και να το στείλεις σε κάποιον που ξέρεις. Ή καλύτερα σε κάποιον που δεν ξέρεις? Μικρή διαφορά θαρρώ έχει- εδώ τον εαυτό μου δεν ξέρω καλά καλά, άρα στην πραγματικότητα δεν σε ξέρω. Κι ας σε έχω γνωρίσει. Η' μπορεί και να μη σε γνώρισα ποτέ, ή να μη με γνωρίζεις εσύ. Αλλά κατά βάθος το ξέρω κι εγώ, το ξέρεις κι εσύ, όποιον και να ρωτήσεις το ξέρει, όλοι γνωριζόμαστε βαθιά μέσα μας πολύ πολύ καλά. 

Ξεκινάω λοιπόν να γράφω ένα γράμμα σε έναν άνθρωπο που δεν έχει για μένα σημασία ποιος είναι, και ούτε και για εκείνον έχει σημασία ποιος είμαι εγώ. Δε θα το έλεγα ότι γράφω συχνά γράμματα, όχι πια τουλάχιστον. 

Βρέθηκα σε αυτήν την πόλη τυχαία, ίσως και να μείνω. Το μόνο κακό είναι ότι πολύ συχνά φυσάει πολύ δυνατός αέρας και δε μπορεί να απολαύσει κανείς ένα περίπατο ή μια βόλτα με το ποδήλατο χωρίς να κινδυνεύει να του έρθει καμιά γλάστρα στο κεφάλι. Αλλά και πάλι, ο αέρας είναι κάτι που συνηθίζεται, φαντάζομαι. 

Εδώ που μένω μια γάτα έχει γεννήσει τέσσερα-πέντε γατιά και της φωνάζουν συνέχεια. Τάισέ τα, κακούργα μάνα, πεινάνε. Ή απλώς φοβούνται και τη φωνάζουν? Ο φόβος συχνά κάνει τα ζωντανά κάθε είδους να κάνουν θόρυβο και να ζητάνε την προσοχή όσων νομίζουν ότι μπορούν να τα προστατεύσουν. Αυτό νομίζω. Κι οι άνθρωποι αυτό δεν κάνουν? Δε νιαουρίζουν, βέβαια, αλλά έχουν βρει χίλιους δυο άλλους τρόπους να τραβούν την προσοχή των άλλων όταν φοβούνται. Ίσως όχι μόνο όταν φοβούνται, ίσως να το κάνουν και για άλλους λόγους, πχ από εγωισμό. Πάντως συχνά έχω δει ανθρώπους να προσπαθούν να τραβήξουν την προσοχή των άλλων από φόβο. Αλλά δεν έχω καταλάβει ακόμη τι είναι αυτό που φοβούνται. Μπορεί βέβαια να μη φοβούνται όλοι το ίδιο πράμα, αλλά και πάλι, υπάρχει πιθανότητα όλοι οι άνθρωποι να φοβούνται ακριβώς το ίδιο πράμα. Εγώ νομίζω ότι δε φοβάμαι κάτι. Στ' αλήθεια. Έχω προσπαθήσει πολλές φορές να πείσω τον εαυτό μου ότι φοβάται κάτι, αλλά ποτέ δεν το κατάφερα να τον πείσω. Είναι αστείες μερικές φοβίες που έχουν οι άνθρωποι. Όταν λέω “αστείες” δεν το λέω για να τους κοροϊδέψω. Δεν μου αρέσει να κοροϊδεύω τους φόβους των ανθρώπων, ακόμη κι όταν δεν μπορώ με τίποτα να τους καταλάβω. Άλλος φοβάται τις αράχνες, που είναι τόσες δα ,άλλος φοβάται το πλήθος, λες κι όλοι πρόκειται να του κάνουν κακό, άλλος φοβάται τα ύψη, άλλος τα αεροπλάνα, άλλος το σκοτάδι, άλλος τους κλόουν, τα σκυλιά, τη γνώμη των άλλων, το θάνατο, τη μοναξιά, την αγάπη.
  
Εσύ άραγε φοβάσαι κάτι? 

Αποφάσισα το πρωί να γράψω αυτό το γράμμα, όπως σου έγραψα παραπάνω, αλλά είναι βράδυ έξω τώρα που γράφω. Μπορεί να είναι μέρα τώρα που το διαβάζεις, αλλά μπορεί και να είναι ένα συννεφιασμένο σούρουπο. Είναι βράδυ, που λες, κι ήταν μια πολύ κουραστική μέρα, οπότε κάπου εδώ θα σε αφήσω. Θα πάω να ξεκουραστώ λίγο. Με ξεκουράζει να ξαπλώνω, κι ας μην κοιμάμαι. Άλλες φορές με ξεκουράζει περισσότερο να κοιμάμαι και να ονειρεύομαι. Είναι σαν να βλέπεις ταινία στο σινεμά μερικά όνειρα, ολοζώντανα. Και τα όνειρα δε νοιάζονται αν αυτοί που βλέπεις έχουν πεθάνει ή ζουν μακριά σου, στους φέρνουν εκεί μπροστά στα μάτια σου. Κι ούτε νοιάζονται αν τα ζώα και τα δέντρα δεν μιλάνε, και τα βάζουν να σου λένε ιστορίες. Κι ακόμη περισσότερο δε νοιάζονται αν πιστεύεις σε αυτά, απλώς έρχονται και μερικές φορές σε αφήνουν και να τα θυμάσαι το πρωί.


Είδα χθες βράδυ στον ύπνο μου μια βάρκα




1 Σεπτεμβρίου 2015

Κ α ν τ ά δ α


Τη σκέψη τρέφει η πεθυμιά

τη ζήση το φευγιό σου

κι ένα πουλί θαλασσινό

ποτίζει τον καημό σου

22 Αυγούστου 2015

Η γενιά των συναισθηματικά ανάπηρων

Αυτή είναι μια εντελώς υποκειμενική άποψη για την γενιά των ανθρώπων που είναι σήμερα γύρω στα 25 μέχρι ανθρώπους που είναι γύρω στα 40, και στην οποία και εγώ η ίδια ανήκω. Μπορεί δηλαδή να συμπεριλαμβάνει κι άλλες ηλικίες, αλλά δεν έχω μεγάλο δείγμα συναναστροφών κάτω των 25 και άνω των 40, οπότε δε μπορώ να πω με σιγουριά. Έχω λοιπόν σκοπό να σας αναπτύξω τις σκέψεις μου γύρω από τη συναισθηματική αναπηρία της πλειοψηφίας των ατόμων αυτών των ηλικιών. 
Καλό θα είναι στην αρχή να εξηγήσω τι εννοώ με τον όρο "συναισθηματική αναπηρία" : είναι λίγο ως πολύ αυτό που εννοούν οι φίλοι και οι γνωστοί μας όταν μας ανακοινώνουν ότι χώρισαν διότι το ταίρι τους "δεν τους ταίριαζε", "δεν τους καταλάβαινε", "τους ζήλευε", "δεν προσπαθούσε", "δεν τους έκανε να νιώθουν ξεχωριστοί". Ως συναισθηματικά ανάπηρο επιχειρώ να χαρακτηρίσω τον άνθρωπο που δεν ξέρει να διαχειριστεί και να εκφράσει τα συναισθήματα που έχει ψύχραιμα και με σεβασμό για τα συναισθήματα του ανθρώπου που έχει απέναντί του.
Άνθρωποι ερωτευμένοι, χαίρονται, αγκαλιάζονται, ζευγαρώνουν, συγκατοικούν- πάντα μου άρεσε να θεωρώ τον έρωτα ως τη βασική αφορμή για να έρθουν κοντά δυο άνθρωποι και τελικά να αγαπηθούν- κι αν προλάβουν πριν να τους τελειώσει ο έρωτας, παντρεύονται και κάνουν παιδιά. Κι αυτός ο πρώτος ενθουσιασμός για τον καινούριο άνθρωπο κάποτε φθίνει. Κι αν ο έρωτας κι ο ενθουσιασμός ξέρουν καλά να στραβώνουν τους ανθρώπους για να μη βλέπουν ότι έχουν ελαττώματα, κάποτε τελειώνουν, και αρχίζουν να διακρίνονται στο μεγαλείο τους πανέμορφες οι διαφορές που έχουν οι άνθρωποι μεταξύ τους. Ή όχι και τόσο πανέμορφες τελικά... 
Και τότε, τι? Συνήθως οι άνθρωποι τα παρατάνε. Ο μέχρι πρότινος "άνθρωπός τους", "το άλλο τους μισό" μετατρέπεται σταδιακά σε κάτι λιγότερο από μισό. Ασχημαίνει. Γίνεται ενοχλητικό. Γίνεται ολοένα και λιγότερο από αρκετό. Τους βαραίνει.  Και η σχέση τελειώνει. Είναι στις μέρες μας πιο φυσικό κι από την ανάσα, οι άνθρωποι να αναζητήσουν ένα νέο ταίρι, πιο αρκετό, πιο συμβατό, πιο πολύ από αυτό που κατάντησε για αυτούς το προηγούμενο. Και συνήθως βρίσκουν το επόμενο ταίρι και το μεθεπόμενο, και το επόμενο από αυτό, διότι η ανεπάρκεια δεν βρίσκεται σε αυτόν που αφήνεις πίσω, η ανεπάρκεια ανήκει σε σένα που "πας παρακάτω", επομένως μοιραία την κουβαλάς και την ανακαλύπτεις ξανά μόλις τελειώσει ο επόμενος έρωτας. Κι ο μεθεπόμενος. Κι ο επόμενος από το μεθεπόμενο.

Τι να έκαναν άραγε σε αντίστοιχες συνθήκες οι παππούδες μας? 

Δεν μπορούμε να πούμε με σιγουριά, αλλά ας διακινδυνεύσουμε μια υπόθεση: 
Οι παππούδες μας γεννήθηκαν λίγο πριν ως λίγο μετά το Β' Παγκόσμιο Πόλεμο. Οι περισσότερες οικογένειες σε κείνη την εποχή αντιμετώπιζαν σοβαρά θέματα επιβίωσης κι οι γάμοι συνήθως ήταν από συνοικέσιο. Το να κάνεις πολλά παιδιά εκείνη την εποχή ήταν λίγο και σαν στρατηγική r : σε αντίξοες συνθήκες το να αφήσεις πολλούς απογόνους αύξανε την πιθανότητα να επιβιώσει μεγαλύτερος αριθμός από αυτούς και να φτάσουν με τη σειρά τους σε αναπαραγωγική ηλικία. Σε αντίξοες συνθήκες στις περισσότερες οικογένειες είχαμε ένα και μοναδικό μέλημα: την επιβίωση. Τα συναισθήματα- που φυσικά και θα υπήρχαν- έρχονταν σε δεύτερη μοίρα. Πόσο μάλλον η γαλούχηση των παιδιών στην αποδοχή και τη διαχείριση των συναισθημάτων τους. Το συναίσθημα σε δύσκολους καιρούς μπορεί να θεωρούνταν χαρακτηριστικό των αδύναμων ανθρώπων. Κι έτσι τα παιδιά των περισσότερων παππούδων μας- δηλαδή οι περισσότεροι γονείς μας- γεννιόταν και μεγάλωναν σε ένα περιβάλλον που η στοργή και η τρυφερότητα προσφέρονταν- αν προσφέρονταν καθόλου- σε ειδικές περιστάσεις και με το σταγονόμετρο. Ρωτήστε τους γονείς σας αν έχουν ανάμνηση στιγμών τρυφερότητας μεταξύ των γονιών τους: θαρρώ πως οι περισσότεροι θα απαντήσουν αρνητικά.
Και φτάνουμε στη γενιά των γονιών μας. Οι περισσότεροι από αυτούς μεγάλωσαν σε σταθερότερο οικονομικό και κοινωνικό περιβάλλον από αυτό των γονιών τους, ωστόσο πρέπει να θυμόμαστε ότι έχουν από καθόλου ως ελάχιστες αναμνήσεις του τι μπορεί να σημαίνει τρυφερότητα και εκφράσεις αγάπης ανάμεσα σε ένα ζευγάρι. Και αυτοί οι άνθρωποι ήρθε η στιγμή που παντρεύτηκαν. Τα συνοικέσια πλέον είναι πολύ λιγότερα κι οι περισσότεροι από τους γονείς μας "παντρεύτηκαν από αγάπη". Αλλά τι σήμαινε αυτή η αγάπη? Ήξεραν? 
Εδώ ο συλλογισμός αρχίζει και γίνεται λίγο πιο σκληρός, διότι έχω σκοπό να σας μιλήσω για τους γονείς μας. Άνθρωποι της μεταπολίτευσης, περισσότερο ελεύθεροι από τους προγόνους τους, συνήθως χωρίς σοβαρά προβλήματα επιβίωσης, είχαν την πολυτέλεια της επιλογής: ερωτεύονταν και έκαναν οικογένεια. Και μεγάλωναν παιδιά. Και τους περνούσε κάποια στιγμή και ο έρωτας. Εδώ έχω εντοπίσει δυο κύριες κατηγορίες γονιών: αυτούς που τσακώνονταν ώσπου να πάρουν τελικά διαζύγιο (το διαζύγιο που άλλοτε δεν ήταν καν επιλογή, από τα μέσα της δεκαετίας του 1980 αρχίζει σταδιακά να απενοχοποιείται κοινωνικά) κι αυτούς που συνέχισαν να τσακώνονται αλλά αρνήθηκαν να πάρουν διαζύγιο "για το καλό των παιδιών" (πολύ εύστοχα τη δεύτερη κατηγορία ένας φίλος την κατονόμασε ως "γονείς που τους παρακαλούσαν τα ίδια τα παιδιά τους να χωρίσουν). 
Όταν ήμουν μικρή θεωρούσα- όπως και όλοι οι μικροί μου φίλοι- ότι μόνο λίγοι γονείς είχαν αυτό το "ασυμφωνία χαρακτήρων", αλλά τα μικρά παιδιά συζητάνε μεταξύ τους κι ο κατάλογος των "αταίριαστων ζευγαριών" ολοένα μεγάλωνε. Τι έφταιξε κι η γενιά των γονιών μας έβγαλε περισσότερο "αποτυχημένα" ζευγάρια από τη γενιά των παππούδων μας? Η μισή απάντηση έχει δοθεί λίγο παραπάνω: το διαζύγιο είχε γίνει μια κοινωνικά αποδεκτή επιλογή κι επιπλέον η κοινή ανάγκη να μείνουν ενωμένοι ως οικογένεια για να επιβιώσουν- όπως οι γονείς τους- δεν υπήρχε πια. Αλλά αυτή είναι μόνο η μισή απάντηση. Γιατί αυτές οι δυο κύριες κατηγορίες γονιών - που κατά τη γνώμη μου και τη μικρή μου "έρευνα" αθροιστικά αποτελούν την πλειοψηφία των ζευγαριών της γενιάς τους- έφτασαν στο σημείο να αποξενώνονται μέσα στο σπιτικό που οι ίδιοι αποφάσισαν λίγο νωρίτερα να ανοίξουν? 
Εκτός από το διαζύγιο, η γενιά των γονιών μας γνώριζε και άλλες επιλογές που οι δικοί τους γονείς δεν είχαν: η σεξουαλική απελευθέρωση και το δικαίωμα της αυτοδιάθεσης (ειδικά για τις μαμάδες μας) ήταν προοπτικές που οι περισσότεροι παππούδες και γιαγιάδες μας δεν είδαν και δεν φαντάστηκαν καν. Και φυσικά δεν θα περίμενε κανείς αυτές οι προοπτικές να αξιοποιηθούν από τους δικούς μας γονείς αμέσως με τον πιο κατάλληλο και λειτουργικό τρόπο. Ενδεικτικά αναφέρω ότι η μοιχεία στην Ελλάδα αποποινικοποιήθηκε μόλις το 1982, κι από τότε αναλογιστείτε σε πόσα περισσότερα ζευγάρια ανέκυπτε το ζήτημα ύπαρξης "τρίτου προσώπου", εραστή ή ερωμένης, φανερά ή λιγότερο φανερά, παράλληλα με τη συζυγική τους σχέση και πόσο κλόνιζε αυτό το ζήτημα την ίδια τη συζυγική σχέση και φυσικά τα παιδιά τους, δηλαδή εμάς. Δεν ισχυρίζομαι φυσικά ότι κακώς αποποινικοποιήθηκε η μοιχεία, αλλά παραθέτω την παράμετρο αυτής της αλλαγής στην εποχή των γονιών μας για να σκιαγραφήσω με περισσότερη σαφήνεια τα "σημεία των καιρών τους". Άλλο ένα σημείο που προσθέτει λίγες ακόμη σταθερές γραμμές στο σκίτσο αυτής της εποχής είναι η γυναικεία χειραφέτηση, η οποία ναι μεν είχε ξεκινήσει από την γενιά των παππούδων μας, αλλά εδραιώθηκε στη γενιά των γονιών μας: οι περισσότερες γυναίκες είχαν την επιλογή να εργαστούν, να διεκδικήσουν ρόλους στην κοινωνική ζωή και να μην έχουν ως μόνο και αυτονόητο ρόλο αυτό της συζύγου-μητέρας που φροντίζει μόνο το σπίτι της και τα παιδιά της. Ναι, αλλά οι σύζυγοι των περισσότερων μανάδων μας δεν είδαν ποτέ τις δικές τους μανάδες να δουλεύουν ανεξάρτητα από τους πατεράδες τους και να έχουν το δικό τους εισόδημα και το δικό τους κοινωνικό κύκλο. Κι αυτό ήταν κάτι που έπρεπε να μάθουν να αποδέχονται και να στηρίζουν, χωρίς όμως κανείς να τους έχει δείξει ή διδάξει πώς. Και υπενθυμίζω ότι πρόκειται για μια γενιά ανθρώπων που κατά πλειοψηφία δεν βίωσαν την τρυφερότητα και την αρμονική επικοινωνία και συνεννόηση των γονιών μέσα στην πρώτη τους οικογένεια. Και φυσικά έπρεπε να την ανακαλύψουν μόνοι τους και να την διδάξουν στα παιδιά τους. Ή να συνεχίσουν να αγνοούν την αξία των όμορφων συναισθημάτων και της έκφρασής τους και να μεγαλώσουν με τη σειρά τους τα δικά τους παιδιά- δηλαδή εμάς-  χωρίς αυτά.
Φτάσαμε σε μας, τη γενιά των συναισθηματικά ανάπηρων. Δεν έχει σημασία αν είμαστε συναισθηματικά ανάπηροι πρώτης, δεύτερης ή εκατοστής γενιάς. Σημασία έχει ότι είμαστε ανάπηροι. Νιώθουμε το κενό στη διαχείριση των συναισθημάτων μας και δεν το θέλουμε. Είμαστε πιο ελεύθεροι από τους γονείς μας, διότι πλέον είναι κοινωνικά αποδεκτό κάποιος να παντρεύεται και να κάνει οικογένεια μόνο αν το θέλει, χωρίς να είναι δακτυλοδεικτούμενος αν δεν το κάνει. Κι αν οι γονείς μας είχαν από καμία έως δυο- τρεις σχέσεις πριν γνωριστούν μεταξύ τους, εμείς είναι αποδεκτό να έχουμε όσες θέλουμε, δεν είμαστε υποχρεωμένοι να δώσουμε λογαριασμό σε κανέναν. Με λίγα λόγια, μπορεί οι γονείς μας να μην κατάλαβαν ποτέ τι σήμαινε το ότι "παντρεύτηκαν από αγάπη", αλλά εμείς είμαστε λίγο χειρότεροι από κείνους: όσοι δεν είδαν και δεν ήξεραν τι είναι αγάπη μεταξύ δυο ανθρώπων, αντί να ρωτήσουν, αποφάσισαν να βαφτίσουν αγάπη ό,τι τους βόλευε. 
Δεν θα αναφερθώ στις σχέσεις που έκανε η γενιά μας στην εφηβεία ή στην πρώτη νιότη της: εκεί μαθαίνεις. Δοκιμάζεις. Έχεις σχεδόν απεριόριστες προοπτικές και θες να τα χορτάσεις όλα. Και μάλλον καλά κάνεις όταν δεν πειράζεις κανέναν. Αλλά εκεί, γύρω στα 25, το πολύ στα 30, το ρολόι αρχίζει και χτυπάει αλλιώς. Και εννοώ το βιολογικό ρολόι. Αυτό δε σημαίνει ότι όλοι οι άνθρωποι σε αυτήν την ηλικία κουρδίζονται με κάποιο μαγικό τρόπο για να αποκτήσουν παιδιά. Εννοώ ότι αρχίζει και παίρνει μορφή μια ανάγκη για ένα νέο είδος επικοινωνίας, συντροφικότητας, σχέσης. Δεν θα κάνω διαχωρισμό ανάμεσα στα δυο φύλα, αν και μάλλον οι γυναίκες είναι πιο αποφασισμένες σε αυτές τις ηλικίες λόγω της προοπτικής της μητρότητας - δεν εννοώ ότι οι γυναίκες σε αυτήν την ηλικία θέλουν όλες να γίνουν μανούλες, απλώς ότι είναι πιο ξεκάθαρη από βιολογική άποψη για κείνες η μετάβαση στη σταθερότητα μιας σχέσης. 
Και το βλέπεις γύρω σου να γίνεται. Εκεί γύρω στα 25  οι άνθρωποι της γενιάς μας επιχειρούν να κάνουν περισσότερο σταθερές σχέσεις. Κι όταν ερωτευθούν αμοιβαία, ξεκινάνε. Και πολλοί από αυτούς σε ένα εξάμηνο χωρίζουν. Δεν ήταν το κατάλληλο ταίρι και ξαναψάχνουν. Και πάμε από την αρχή. Αν σε κάποιο τέτοιο αμοιβαίο ξεκίνημα τεθεί θέμα παιδιών ή χωρίζουν διότι ο ένας θεωρεί ότι δεν είναι έτοιμος ή ότι δεν θέλει να το κάνει ή προχωράνε αν συμφωνήσουν σε αυτήν την κοινή προοπτική. Από αυτούς που χωρίζουν οι μισοί ψάχνουν κάποιον που θέλει να κάνει οικογένεια και οι πρώην τους κάποιον που δεν θέλει. Από αυτούς που προχωράνε διότι θέλουν κι οι δυο μια κοινή πορεία, σε κάποιους προκύπτει κάποια στιγμή ένα παιδί και πιθανότατα ένας γάμος. Δείτε ότι οι περισσότεροι συνομήλικοί μας ανήκουν σε κάποια από τις παραπάνω κατηγορίες.
Δεν θα αναφερθώ σε κάθε κατηγορία ξεχωριστά, ούτε θα συνεχίζω για πολύ το συλλογισμό μου. Είμαι μέσα σε αυτή τη γενιά, συναναστρέφομαι κυρίως με ανθρώπους σε αυτές τις ηλικίες και συνεχώς διαπιστώνω κοινά θέματα, κοινά προβλήματα στις σχέσεις τους, κοινές αγκυλώσεις στις επιλογές και στην μεταξύ τους επικοινωνία. 
Βλέπω συνεχώς ανθρώπους συναισθηματικά ανικανοποίητους.  Άλλοι αναζητούν συνεχώς κάποιο ταίρι για να μην είναι μόνοι τους- συνήθως δεν έχουν καμία διάθεση να επικοινωνήσουν με αυτό το ταίρι, αρκεί να μην είναι μόνοι τους- είναι συνήθως εκείνοι που όταν ξαναμείνουν μόνοι τους θα θεωρούν τον πάλαι ποτέ "αγαπημένο"ως μοναδικό υπεύθυνο για τη νέα μοναξιά τους, ή τον εαυτό τους ακατάλληλο για σχέση. Άλλοι παλεύουν να επικοινωνήσουν με το ταίρι τους μόνο με λέξεις: δεν ξέρουν αλλιώς. Άλλοι όταν κουραστούν ή απογοητευθούν από κάτι που είπε/ δεν είπε ή έκανε/ δεν έκανε το ταίρι τους, απλώς εξαφανίζονται. Άλλοι μένουν σε σχέσεις και παλεύουν να επικοινωνήσουν με την ελπίδα ότι ο άλλος θα αλλάξει. (και φυσικά υπάρχουν και τα όμορφα και αρμονικά ζευγάρια, λίγα έχουν πέσει στην αντίληψή μου, αλλά αυτοί οι άνθρωποι δεν είναι συναισθηματικά ανάπηροι για να έχουν φτάσει ως εδώ, άρα δεν εμπίπτουν στο αντικείμενο του συλλογισμού μου)
Όταν αυτοί οι άνθρωποι της γενιάς μου κοιτάξουν γύρω τους, θα δουν ζευγάρια με πολύ όμοια αδιέξοδη πορεία και ίσως έτσι βρουν άλλοθι για τη δική τους στάση. Όταν κοιτάξουν τη γενιά των γονιών μας σπάνια θα βρουν ένα παράδειγμα προς μίμηση: όλα σχεδόν τα ζευγάρια είναι παραδείγματα προς αποφυγή ("μην τυχόν και καταντήσουμε σαν τους γονείς μας!") Αλλά αυτό είναι το πρώτο λάθος: τα βιώματα είναι βιώματα, κι όταν έχεις απορρίψει τα λάθη των προηγούμενων το κάνεις μια και καλή. Δεν πορεύεσαι στις σχέσεις σου με το φόβο "μην τυχόν και καταντήσεις σαν κι αυτούς", διότι με αυτόν τον τρόπο, αυτό ακριβώς θα πετύχεις. Και θα ματαιώσεις αυτή τη σχέση για να την αντικαταστήσεις με μια επόμενη που θα ματαιώσεις λίγο παρακάτω- μην τα ξαναλέμε. Αν πραγματικά θέλεις να μάθεις πώς μπορεί να πετύχει η σχέση με έναν άνθρωπο και δεν φοβάσαι να κοπιάσεις και να προσπαθήσεις, βρίσκεις ένα όμορφο και αρμονικό ζευγάρι (ναι, το είπαμε, υπάρχουν και τέτοια) και ρωτάς πώς το έκαναν αυτό το όμορφο "μαζί" (αν όντως είναι όμορφο το "μαζί" που δείχνουν, είμαι σίγουρη ότι με χαρά θα σου πουν τον δικό τους τρόπο). 
 Ανήκω σε μια γενιά ανθρώπων που είναι σαφώς πιο ελεύθεροι από τους προγόνους τους. Αλλά στους περισσότερους λείπει κάτι πολύ βασικό. Λείπει το εργαλείο για να αξιοποιήσουν αυτές τις ελευθερίες τους ώστε να γίνουν πιο όμορφοι άνθρωποι και να μοιραστούν αυτή την ομορφιά με τους συντρόφους και τα παιδιά τους. Το εργαλείο για να γίνει αυτό το στερήθηκαν και οι γονείς και οι παππούδες μας. Πρέπει να το επινοήσουμε, στους περισσότερους δεν το δίδαξε κανένας. Τους περισσότερους από μας δεν μας ανάγκασε κανείς ούτε να παντρευτούμε έναν άνθρωπο τον οποίο δεν έχουμε επιλέξει, ούτε να παντρευτούμε καν. Ούτε καν να κάνουμε σχέση. Είμαστε ελεύθεροι να το επιλέξουμε, αλλά οι περισσότεροι δεν θέλουμε καμία ευθύνη για την επιλογή μας. 
Επιλέγω να μην είμαι μόνος μου, σημαίνει επιλέγω να συμπορευθώ με έναν άνθρωπο διαφορετικό από μένα, που έχει ομορφιές και ασχήμιες, όπως κι εγώ. Επιλέγω να είμαι με έναν άνθρωπο δεν σημαίνει επιλέγω να συμβιβαστώ ή να καταπιεστώ, να συμβιβάσω ή να καταπιέσω. Σημαίνει να αποδεχτώ εγώ εκείνον, κι εκείνος εμένα. Να τον αποδεχτώ και να τον εμπιστευτώ, αμοιβαία και απόλυτα. Σημαίνει να χαίρομαι και αυτά που συμβαίνουν εύκολα κι απλά αλλά και αυτά που συμβαίνουν δύσκολα και πολύπλοκα. Διότι αφού επέλεξα να είμαι ομάδα, να είμαι μαζί με αυτόν τον άνθρωπο κι όχι μόνη μου, αυτός ο άνθρωπος δε μπορεί να βρεθεί απέναντι, αλλά μόνο δίπλα μου. Κι εγώ το ίδιο.
Δυο άνθρωποι για να είναι μαζί, έχουν μόνο δυο εμπόδια να προσπεράσουν: τον εγωισμό του ο καθένας. Κι αυτό δεν είναι εύκολο, αλλά γίνεται ευκολότερο όταν προσπαθούν μαζί. Συνηθίσαμε να είμαστε εγωιστές. Διδαχτήκαμε πώς να είμαστε έτσι. Ως παιδιά οι περισσότεροι δεν βιώσαμε την καθημερινή έκφραση της αγάπης και της αποδοχής από τον ένα γονιό μας στον άλλο, είτε γιατί δεν υπήρχε, ή γιατί δεν ήξεραν να τη δείξουν, ή γιατί κι αν την έδειξαν κάποτε, αυτή επισκιάστηκε από διενέξεις και κονταροχτυπήματα εγωισμών μέσα στην πρώτη μας οικογένεια. Δεν μεγαλώσαμε θεωρώντας τον εγωισμό εχθρό και την αποδοχή του άλλου σύμμαχο. Είναι καινούριος κι αχαρτογράφητος αυτός ο δρόμος. Κι αφού δεν είναι πια υποχρεωτικό να είμαστε ζευγαρωμένοι ή/ και με παιδιά για να είμαστε αποδεκτοί στην κοινωνία, όσοι δεν είναι διατεθιμένοι να προσπαθήσουν μαζί με κάποιον άλλον να αποδεχτούν την ανάγκη τους για τρυφερότητα, αποδοχή, αλλά κυρίως τη διαφορετικότητά τους και την ομορφιά της, ας πάρουν την ευθύνη τους κι ας μην επιχειρούν σχέσεις. Κι όσοι το επιχειρήσουν, να πάρουν με χαρά την ευθύνη της επιλογής τους κι αυτή τη χαρά να τη μοιράσουν απλόχερα στους φίλους και στα παιδιά τους. Διότι δεν τολμώ να φανταστώ σε μια γενιά από τώρα, τη γενιά των παιδιών μας, πόσο πιο σκανδαλώδης θα μπορούσε να είναι "η σκανδαλώδης ομοιότητα της αγάπης με κάτι φτηνοχωρισμούς για πέταμα*".

*στίχος της Κικής Δημουλά






"Θέλεις λοιπόν την Ένωση;

Η Ένωση δεν είναι κάτι που βρίσκεται στη γη,
ούτε στην αγορά πουλιέται. 
Την Ένωση με τη ζωή σου την πληρώνεις
αλλιώς θα την κατάφερνε ο καθένας"

Τζελαλαντίν Ρουμί, Ο Αγαπημένος

(μτφ Καδιώ Κολύμβα, εκδ. Αρμός)




8 Ιουλίου 2014

vol.an.do #2


από τους ανθρώπους 
θέλω πιο πολύ να αγκαλιάσω
αυτούς που χαίρονται όσο εύκολα λυπούνται
που ξεκαρδίζονται στα γέλια όσο εύκολα ξεσπούν σε λυγμούς
που έρχονται όσο εύκολα φεύγουν
αυτούς που παίζουν συχνά με τα όριά τους 
και συχνά χάνουν από αυτά
τους ανθρώπους που είναι μόνοι τους χωρίς να ξέρουν 
πώς βρέθηκαν εκεί
που λυπούνται πολύ γι' αυτό και την επόμενη στιγμή το γλεντάνε
τους ανθρώπους που είναι μέσα στο πλήθος χωρίς να ξέρουν 
πώς βρέθηκαν εκεί
που χαίρονται γι' αυτό και την επόμενη στιγμή μελαγχολούν
αυτούς που χορεύουν ή πετούν επειδή δε βρήκε ακόμη έδαφος 
το πόδι τους για να πατήσει
αυτούς που πέφτουν στη θάλασσα 
σα να πέφτουν στην αγκαλιά της μάνας τους
κι αυτούς που κοιμούνται κάτω από τα αστέρια και ξυπνάνε 
πάνω σ' αυτά
κι αυτούς που τα λόγια δεν τα πιστεύουν επειδή ξέρουν 
να νιώθουν
κι αυτούς που τα αισθήματα ακόμη τα φοβούνται
επειδή γίνανε κάποτε ελπίδες και λέξεις
θέλω πιο πολύ να αγκαλιάσω 
αυτούς που δεν κάνουν σχέδια για το μέλλον
αυτούς που κοιμούνται αγκαλιά με τον εαυτό τους τα βράδια 
αυτούς που θέλουν να καταλάβουν τα πάντα 
ενώ ξέρουν πως δεν υπάρχει τίποτε 
που να μπορούν να το καταλάβουν
θέλω να τους αγκαλιάσω αυτούς που χωρίς να έχουν πει ποτέ 
πως αγαπούν
αγαπούν ολόκληροι και χωρίς όρους

αγκαλιά είναι να θυμάσαι πως 
όλα είναι από το ίδιο πράμα φτιαγμένα




22 Ιουνίου 2014

O Pastor - Madredeus


Κανένας δεν επιστρέφει 
όταν έχει πια φύγει
κανείς δεν αποφεύγει τη μεγάλη ρόδα
κανένας δεν ξέρει πού τον οδηγεί
Κανείς δεν θυμάται τι ονειρεύτηκε
κι εκείνο το αγόρι τραγουδάει
το τραγούδι του ποιμένα

Στα ανοιχτά συνεχίζει να καίει
η βάρκα της φαντασίας
και το όνειρό μου τελειώνει νωρίς
την ψυχή μου αφύλαχτη αφήνει
και το όνειρό μου τελειώνει νωρίς
δεν θέλω να ξυπνήσω


20 Ιουνίου 2014

μη με ακούσεις*


την ομορφιά που τώρα βλέπεις
μια μέρα θα τη χάσεις.
θα φύγει, θα νομίσεις πως χάθηκε για πάντα

να τη γυρέψεις με οποιοδήποτε κόστος
να ρωτήσεις γι' αυτήν παντού
ακόμη κι αν σε χλευάσουν
ακόμη κι αν σου πουν πως δεν υπάρχει
ακόμη κι αν εγώ η ίδια σου πω πως μάταια ψάχνεις
συνέχισε
μη με ακούσεις

16 Ιουνίου 2014

πακέτο*


Βιάζομαι.
Έναν καφέ σε πακέτο.
Μια καφέ, μια ζάχαρη, πλαστικό. Περίπου καφές σε περίπου ποτήρι. 
Αλλά είναι βολικό. Ξεγελιέσαι με την καφεϊνη. Ψευτοξυπνάς.
Είναι απαίσιο αυτό που ήπια. Είναι απαίσιο και το ποτήρι αλλά βιάζομαι.

Και το γεύμα. Πρέπει να φάω. Πού διάθεση για μαγείρεμα. Πού χρόνος. 
Πακέτο. Περίπου γεύμα σε περίπου πιάτο. Πλαστικό πηρούνι. 
Αλλά και πάλι είναι βολικό. Είναι απαίσιο αυτό που έφαγα. 
Είναι απαίσιο και το κουτί αλλά δε μπορώ να περιμένω. Βιάζομαι.

Στομάχι χάλια. Πρόλαβα τα περισσότερα από αυτά που έχω να κάνω. 
Στο σπίτι στοιβαγμένα πακέτα. Στο αυτοκίνητο στοιβαγμένα ποτήρια. 
Ανακύκλωση. 

Στομάχι χάλια. Πρόλαβα τις δουλειές μου αλλά πια το σώμα μου σέρνεται.
Χαμένος χρόνος. Χαμένη διάθεση. Ό,τι κέρδισα σε χρόνο με τα πακέτα
εξανεμίζεται. Έρχεται τώρα το σώμα και μου ζητάει το χρόνο πίσω
με το νόμιμο τόκο. 

Δεν ξέρω αν πονάει περισσότερο το σώμα ή το μυαλό που μου στέρησε την πολυτέλεια.
Την πολυτέλεια να περιμένω. Να απολαμβάνω. Να μη βιάζομαι και να μην ανυπομονώ. Να το αφουγκράζομαι και να του προσφέρω αυτά που πραγματικά χρειάζεται. Χωρίς να το πολυσκέφτομαι.

Θα προσφέρω στον εαυτό μου λίγη πολυτέλεια.
Το κόστος είναι το ίδιο. 
Όχι πια πακέτο και στο σπίτι. 
Όχι άλλες ανθρώπινες σχέσεις μια καφέ μια ζάχαρη σε πλαστικό.



22 Μαΐου 2014

vol.an.do #1



Μόνη όσο ποτέ
Μετράω παρουσίες
Μηδέν
Μετράω απουσίες
Μηδέν
Συγχωρώ
Αποδέχομαι
Ευγνωμονώ
Ξερνάω

από αυτό το σημείο
πετάω από πάνω μου την ασχήμια
κι εξαφανίζονται γύρω μου τα άσχημα
από αυτό το σημείο
πετάω από πάνω μου την απουσία
και γίνονται όλοι παρόντες

από αυτό το σημείο
δεν θα προσπαθήσω πια
υπάρχω ήδη

Pejac


8 Απριλίου 2014

[ τι θα πει ]



Δεν καταλαβαίνω τι θα πει χαρά.
                                                                            
Τι θα πει ξεχειλίζω, σε κοιτάζω, τι θα πει όποτε.

Δεν καταλαβαίνω.

Αλλά νιώθω ότι ο δρόμος ξεχειλίζω από χαρά όποτε σε κοιτάζω

είναι ο δρόμος για να πάω εκεί που πάω

Κι ας μην καταλαβαίνω τι θα πει αυτό.


Pejac

20 Δεκεμβρίου 2013

* χειμώνας * | Ανώνυμα Γράμματα #2


Ήταν ένας ήρεμος άνθρωπος.

Δηλαδή, για να είμαι ακριβής, όλοι όσοι τον γνώρισαν λένε ότι πάντα του ήταν ένας ήρεμος άνθρωπος. Λίγο γελαστός, λίγο μελαγχολικός, λίγο απόμακρος μερικές φορές, όμως πάντα ήταν ήρεμος. Δεν τον είχα ακούσει ποτέ να τσακώνεται με κάποιον ή να φωνάζει. Αλλά έτσι και κατάφερνες να τον κοιτάξεις κατάματα για λίγη ώρα, το έβλεπες. Δε μπορούσες να μην το δεις. Φωτιές βγάζανε τα μάτια του όπου κι αν κοίταζε. Ακόμη κι αν κοιτούσε το κουταλάκι που ανακάτευε τον καφέ, ακόμη και τότε φωτιές βγάζανε τα μάτια του.


Έτυχε μια φορά να ακούσω ότι τον άφησε η γυναίκα του γιατί ξελογιάστηκε με έναν άλλο άντρα. Εκείνος δεν μου είχε πει ποτέ με ποιον τρόπο είχαν χωρίσει. Μόνο να άκουγες με πόση τρυφερότητα μιλούσε για κείνη τη γυναίκα, με πόση αγάπη. Μιλούσε για κείνη σαν να ήταν εκεί, ακόμη, μαζί του. Σαν να ετοίμαζε την ίδια ώρα το αγαπημένο του φαγητό στην κουζίνα ή σαν να
πότιζε τα λουλούδια της στον κήπο ή σαν να διάβαζε στο διπλανό δωμάτιο ένα μυθιστόρημα. Μιλούσε για κείνη σαν να μην την είχε χάσει ποτέ, όχι σαν να την ήθελε να γυρίσει πίσω. Νομίζω ότι πραγματικά δεν την είχε χάσει ποτέ. Γι' αυτό και δεν έμοιαζε να έχει επιθυμία για καμιά άλλη γυναίκα. Είχε ήδη μια. Εκείνη που τότε τον άφησε επειδή ξελογιάστηκε με έναν άλλο άντρα. Άραγε αυτή τη γυναίκα να τη νιώθει ο νέος της σύντροφος τόσο δική του όσο τη νιώθει εκείνος που άφησε; Μακάρι να μπορούσα να τη βρω και να της πω πόσο θαυμάζω την αγάπη που της έχει αυτός ο άνθρωπος. Αλλά, θα θελήσει να καταλάβει; Ή μήπως τελικά δεν έχει καμία σημασία;


Κι όταν μιλούσε για τη μουσική βγάζανε φωτιές τα μάτια του. Είχε μια τεράστια συλλογή δίσκων με σπάνιες εκτελέσεις, από κλασσικές συμφωνικές ορχήστρες, τζαζ μπάντες, ρεμπέτικα της Αμερικής, παραδοσιακές μουσικές από κάθε μέρος του κόσμου. Μιλούσε πολύ γι' αυτές τις μουσικές, αλλά ποτέ δεν τις ακούσαμε παρέα. Νομίζω ότι και μόνος του όταν ήταν δεν άκουγε πια
μουσική από τους δίσκους του. Εκείνος με είχε μάθει ένα καλοκαίρι να προσέχω τον πολύ συγκεκριμένο τρόπο που διευθύνεται η ορχήστρα των τζιτζικιών κατά τη διάρκεια των μεγάλων καλοκαιρινών ημερών. Και τι έκπληξη όταν είπε πως τα τζιτζίκια δεν τραγουδάνε αλλά κάνουν όλη
αυτή τη φασαρία με τα πόδια τους! Θα με μάλωνε τώρα αν μάθαινε ότι το αποκάλεσα “φασαρία”, εκείνος το έλεγε “μουσική”.


Τους χειμώνες δεν τον έβλεπα συχνά. Ταξίδευε. Μη φανταστείς εξωτικά και μακρινά μέρη, συνήθως πήγαινε ως τη διπλανή πόλη, ή επισκεπτόταν φίλους, ή έκανε εκδρομές στα βουνά και στα λαγκάδια. Πολύ συχνά μόνος του, άλλοτε με παρέα έναν δυο φίλους. Οι εκδρομές του διαρκούσαν λίγες μέρες η καθεμιά, αλλά σχεδόν πάντα γύριζε στο σπίτι του βράδυ και ξαναέφευγε το άλλο
πρωί για την επόμενη εξόρμηση. Το πολύ να έμενε δυο μέρες ώστε να προλάβει να πλύνει ένα δυο ρούχα και να ποτίσει τα φυτά του και τα λουλούδια της γυναίκας του. Θα μου άρεσε να τον βλέπω πιο συχνά το χειμώνα. Μα ο χειμώνας ήταν η αγαπημένη του εποχή, δε βαριόταν ποτέ να κινείται.
Και δεν το ήθελε να με πάρει μαζί στις εκδρομές του. Δηλαδή, δε μου το είχε πει ποτέ ακριβώς έτσι. Αλλά εγώ το καταλάβαινα ότι δεν το ήθελε. Όταν καμιά φορά τύχαινε να μιλήσουμε μόλις είχε επιστρέψει από κάποιο μέρος που του είχε αρέσει πολύ, συνήθιζε να μου λέει “υπέροχο μέρος, θα σου αρέσει πολύ, να πας με την πρώτη ευκαιρία”. Δεν έλεγε “να πάμε”. Κι εγώ από κει το κατάλαβα ότι δεν το ήθελε να με παίρνει μαζί στις εκδρομές του τις χειμερινές.


Σου είπα ότι ήταν ήρεμος άνθρωπος. Και σου είπα κι ότι τα μάτια του, παρά την ηρεμία του, πετούσανε φλόγες. Σαν να ήξερε ένα τεράστιο μυστικό που εγώ δεν ήξερα και ήθελα να μάθω. Αλλά δεν ήξερα καν πώς να κάνω την ερώτηση. Κι εκείνος όλο να μου λέει ιστορίες δικές του, ή παλιές ιστορίες. Ίσως και να μου έλεγε με αυτόν τον τρόπο σιγά σιγά το μυστικό που ήξερε, αλλά εγώ όσο κι αν άκουγα προσεκτικά, το μυστικό δεν το άκουσα. Κι αν το άκουσα δεν το κατάλαβα.


Έναν χειμώνα έφυγε και δεν επέστρεψε. Τι κι αν του άρεσε να κινείται συνέχεια το χειμώνα, εκείνο τον συγκεκριμένο χειμώνα δεν κινήθηκε άλλο. Μπορεί εκεί που πήγε να έγινε ξαφνικά καλοκαίρι και να βυθίστηκε σε κάποιον κήπο με τζιτζίκια. Μπορεί τώρα δα σ' εκείνο τον κήπο να εξηγεί σε
κάποιον άλλο τον τρόπο που λειτουργεί η ορχήστρα των τζιτζικιών. Για κείνο το μέρος δε μου είπε να πάω με την πρώτη ευκαιρία, για την ακρίβεια δε μου είπε τίποτε για κείνο το μέρος. Δηλαδή, μπορεί και να μου είπε κι εγώ να μην το κατάλαβα. Πάντως δεν ξαναμίλησα μαζί του από τότε. Και ίσως να μη μιλήσω ξανά μαζί του. Όταν καταλάβω το μυστικό που μου μάθαινε τότε που μου μιλούσε ήρεμα με τις φωτιές στα μάτια θα πάω και θα τον βρω.


Και θα είναι χειμώνας.


24 Αυγούστου 2013

[ενηλικίωση]



Όταν μεγαλώσω θα γίνω παιδί

και θα σου μιλούν

 για μένα

τα παιχνίδια 

και τα γέλια μου

 

Joάn Miro, People and dog in Sun, 1930





11 Ιουνίου 2013

Η πανίδα των καθρεφτών



Ο πατήρ Φοντέκκιο της Κοινωνίας του Ιησού σχεδίασε σ' έναν απ' τους τόμους των Lettres edifiantes et curieuses, που κυκλοφόρησε στο Παρίσι το πρώτο μισό του δέκατου όγδοου αιώνα, μια μελέτη για τις προλήψεις και τις πλάνες των κοινών ανθρώπων της Καντώνας. Στο προκαταρκτικό σχεδίασμα σημείωσε ότι το ψάρι ήταν ένα πλάσμα που έλαμπε και κινιόταν γρήγορα και που δεν είχε πιάσει ποτέ του κανείς, αν και πολλοί έλεγαν ότι το είχαν δει στα βάθη των καθρεφτών. Ο πατήρ Φοντέκκιο πέθανε το 1736 κι έτσι το έργο που άρχισε έμεινε ατέλειωτο. Κάπου 150 χρόνια αργότερα, ο Χέρμπερτ Άλλεν Τζιλς ανέλαβε να τελειώσει το έργο που είχε μείνει στη μέση. Σύμφωνα με τον Τζιλς, η πίστη στο ψάρι αποτελεί μέρος ενός ευρύτερου θρύλου, που φτάνει μέχρι τους μυθικούς χρόνους του Κίτρινου Αυτοκράτορα.
Τον καιρό εκείνο, ο κόσμος των καθρεφτών κι ο κόσμος των ανθρώπων δεν ήταν όπως σήμερα, απλώς ξεκομμένοι ο ένας απ' τον άλλο. Ήταν επιπλέον τελείως διαφορετικοί. Ούτε τα όντα, ούτε τα χρώματα, ούτε τα σχήματα ήταν τα ίδια. Και τα δυο βασίλεια, των καθρεφτών και των ανθρώπων, ζούσαν αρμονικά. Μπορούσες να πας και να 'ρθεις μέσα απ' τους καθρέφτες. Μια νύχτα εισέβαλαν στη γη οι άνθρωποι των καθρεφτών. Είχαν μεγάλη δύναμη, αλλά στο τέλος ενός αιματηρού πολέμου υπερίσχυσαν τα μαγικά όπλα του Κίτρινου Αυτοκράτορα. Απέκρουσε τους εισβολείς, τους φυλάκισε μέσα στους καθρέφτες και τους ανάγκασε να επαναλαμβάνουν σαν μέσα σε κάποιο όνειρο τις ανθρώπινες πράξεις. Τους απογύμνωσε απ' τη δύναμή τους κι απ' τη μορφή τους και τους περιόρισε στην εκτέλεση απλών δουλικών αντανακλάσεων. Θα 'ρθει, όμως, μια μέρα που θα λύσουν τα μαγικά ξόρκια.
Το πρώτο που θα ξυπνήσει θα είναι το ψάρι. Θα δούμε βαθιά μέσα στον καθρέφτη μιαν αμυδρή γραμμή που θα έχει ένα χρώμα εντελώς διαφορετικό από οποιοδήποτε άλλο χρώμα. Ύστερα θ' αρχίσουν να σαλεύουν κι άλλα σχήματα. Σιγά σιγά θα διαφέρουν από μας, θα πάψουν να μας μιμούνται. Θα ορμήσουν μέσα απ' τα φράγματα του γυαλιού και του μετάλλου και δε θα νικηθούν αυτήν τη φορά. Στο πλευρό των πλασμάτων των καθρεφτών θα πολεμήσουν και τα πλάσματα του νερού.
Στο Γιουνάν δε μιλούν για το ψάρι, αλλά για την τίγρη του καθρέφτη. Άλλοι πάλι πιστεύουν ότι λίγο πριν γίνει η επιδρομή, θ' ακούσουν την κλαγγή των όπλων να 'ρχεται απ' τα βάθη των καθρεφτών. 



Από “Το βιβλίο των φανταστικών όντων” που έγραψε ο Χ. Λ. Μπόρχες σε συνεργασία με τη Μ. Γκερέρο | Μετάφραση Γιώργος Βέης | εκδόσεις LIBRO 1983

9 Ιουνίου 2013

[μεσημέρι στην πόλη]

Στη θάλασσα του νότου
τη μακρινή
με ένα νεύμα με πήγες
δροσιά αλμυρή 
και φύκια στα μαλλιά

Κι ύστερα στη βουή της μεσημεριανής πόλης
με στέγνωσες 
κι έβγαλες από πάνω σου
το αλάτι

Έκπληκτοι οι ανυποψίαστοι περαστικοί
ρωτούσαν πώς γίνεται 
να βρίσκεσαι σε δυο μέρη ταυτόχρονα
κι εγώ στο πλάι χαμογελούσα
δροσίζοντας τα χείλη μου
με λίγη παγωμένη μπύρα

Καλοκαίρι
και το μάθημα ολοκληρώθηκε
πίσω από τις γρίλιες του δροσερού δωματίου
εκεί είχαν βρεθεί τόσοι όμορφοι άνθρωποι
που μπορούσαν να δουν εμάς
αλλά όχι ο ένας τον άλλον

"Συμβαίνει", είπες, "η μόνη διαφορά που είχαν ποτέ 
οι άνθρωποι μεταξύ τους 
να είναι ότι μόνο κάποιοι από αυτούς
έχουν νιώσει ότι απλώς ονειρεύονται"
και με ένα φιλί στο μέτωπο
με αποχαιρέτησες 
κι εξαφανίστηκες
όπως ακριβώς ήρθες.

Καλή αντάμωση




27 Μαΐου 2013

Η Ελεγεία ενός Παράλογου Κόσμου - Ιονέσκο [απόσπασμα]


Μερικές φορές, όταν ξυπνώ στον κόσμο, ο κόσμος μου αποκαλύπτεται σ' όλο του το μεγαλείο, σ' όλη του την υπεροχή. Ένας ψυχίατρος μου έλεγε πως είχε ασθενείς στους οποίους ο κόσμος φαινόταν άσχημος και βρώμικος. Στις χειρότερες στιγμές αγωνίας μου, ο κόσμος δε μου είχε φανεί ποτέ έτσι. Μου φαινόταν πάντοτε θαύμα ομορφιάς, το μόνο θαύμα. Εκείνες τις στιγμές υπέφερα μόνο γιατί είχα αποσπασθεί από αυτόν, γιατί δεν τον άγγιζα, τον ένιωθα απρόσιτο. Τις περισσότερες φορές όμως, η ομορφιά του κόσμου υπήρξε η παρηγοριά μου.

[ο φελλός]

κι είναι, αλήθεια, πολύ δύσκολο να διαλέξω | βρίσκομαι τόσο καιρό στην επιφάνεια | αλλά τίποτε δε μοιάζει να έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον | ας είναι | αφού πρέπει με κάποιο κριτήριο να κάνω κι εγώ την επιλογή μου | ας είναι | θα χαρίσω το πολύτιμο εφτασφράγιστο μυστικό στο φελλό που θα καταφέρει | να φτάσει μόνος του στον πάτο


24 Μαΐου 2013

[ ημέρα #67 ]



blue bars | www.kazuya-akimoto.com

                                      Τα κλειδιά στη
                                      Βροχή

                                      Κι η ομπρέλα που
                                      Στάζει

                                      Ο πιο τρελός

                                      Να ξεκλειδώσει

                                      Το σπίτι

                                      Απόψε

[η οικειότητα]


πρόκειται μάλλον για μια αίσθηση
που σου θυμίζει ότι 
άνθρωποι και καταστάσεις
είναι προεκτάσεις σου, σπίτι σου 

συγγένειες βαθιές
αρκεί ένα δευτερόλεπτο
κι ο άλλος γίνεται οικείος, συμβατός
ευδαιμονικά υπέροχος 

η έκφραση της οικειότητας ποικίλει
ανάλογα με το φορτίο του καθενός
και το στάδιο ανάπτυξής του

είναι, για παράδειγμα, η ντροπαλή οικειότητα
που δεν εκφράζεται μπροστά σε όλο τον κόσμο,
 μετά βίας εκφράζεται στην ίδια την αφορμή της.
ή η κουζουλή οικειότητα, 
που μπορεί να σε κάνει να νιώσεις ξανά τριών χρόνων,
να χοροπηδάς σαν κατσίκι και να κάνεις ανάποδες τούμπες.
είναι και η οικειότητα των σωμάτων, που στην παραμικρή υποψία αφής  δημιουργεί φωτεινές εκρήξεις κάτω από το δέρμα.
ή η φλύαρη οικειότητα, που θέλει να τα μοιραστεί όλα, τώρα
ή η σιωπηλή, που δε χρειάζεται λέξεις κι αισθήσεις

όμορφη συγγένεια η οικειότητα,
μα να προσέχετε τις απομιμήσεις.

για παράδειγμα,
αυτήν την τυπική οικειότητα
που όταν δε μου τη δίνει στα νεύρα
μου φέρνει θλίψη


 

9 Μαΐου 2013

and then I said


however
      
          the pain

                   however 
      
                                  the pleasure



LIFE
HAPPENS